Γι' αυτό γεννήθηκες ΕΛΛΗΝΑ !

Γι' αυτό γεννήθηκες ΕΛΛΗΝΑ !

AN...

AN...

Η ΕΛΛΑΣ ΑΝΩΘΕΝ....


Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ

Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ

24 Απρ 2008

ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ

ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ

  Η περιοχή του αρχαίου δήμου των Αιξωνιδών Αλών βρίσκονταν στη χερσόνησο της Βουλιαγμένης, εκεί όπου μια στενή λωρίδα γης ανάμεσα σε δύο κόλπους ή μια «ζώνη» μέσα στη θάλασσα, σήμερα ονομάζεται «Λαιμός». Αυτός ακριβώς το σημείο, λόγω της φυσικής διαμόρφωσής του, επέλεξαν οι κάτοικοι του αρχαίου δήμου για να ιδρύσουν το ιερό τους, τον ναό του Απόλλωνα Ζωστήρα. Ένα ιερό παναττικής και ίσως πανελλήνιας σημασίας που, εκτός από τη θρησκευτική του σύνδεση με το ιερό της Δήλου, εξυπηρετούσε και πολιτικούς στόχους της Αθήνας.

Ο αρχαίος δήμος και το ιερό: διαδρομή στο χρόνο


1. Ο Ναός του Απόλλωνα Ζωστήρα
2. Η Ιερατική Οικία
3. Ο κυκλικός πύργος ΒΑ της Ιερατικής Οικίας
4. Ο λόφος με την προϊστορική οχύρωση και τις 4 οικίες
5. Ο λόφος των Μουσών
6. Η παραλία του Μεγάλου Καβουρίου



Ο αρχαίος δήμος των Αιξωνιδών Αλών ήταν αρκετά εκτεταμένος και κάλυπτε γεωγραφικά τους σημερινούς δήμους της Βούλας και της Βουλιαγμένης. Χάρη στην έντονη οικοδομική δραστηριότητα στις περιοχές αυτές κατά τα τελευταία χρόνια, η αρχαιολογική έρευνα κατάφερε να δώσει μια αρκετά ολοκληρωμένη εικόνα του πολεοδομικού ιστού του αρχαίου δήμου, γεγονός που δεν συμβαίνει συχνά. Ίχνη ανθρώπινης δραστηριότητας έχουν διαπιστωθεί ήδη από το τέλος της Νεολιθικής περιόδου, ενώ στις επόμενες εκατονταετίες, την Πρωτοελλαδική δηλαδή περίοδο (3η χιλιετία π.α.χ.χ.), η ανθρώπινη παρουσία γίνεται έντονα αισθητή σε αρκετές θέσεις του σημερινού δήμου Βουλιαγμένης. Συγκεκριμένα, στο πευκόφυτο ύψωμα που βρίσκεται στα ΝΑ του Λαιμού, σε ανασκαφή που διενεργήθηκε το 

1959, αποκαλύφθηκε εγκατάσταση των πρωτοελλαδικών χρόνων με τέσσερις οικίες και οχυρωματικό τείχος, που περιέκλειε τη Χερσόνησο με συνολικό μήκος 275 μ.Το τείχος άφηνε ακάλυπτη τη ΝΑ πλευρά του λόφου, η οποία προστατευόταν από την ίδια τη διαμόρφωση του εδάφους της. Στο λόφο των Μουσών, που βρίσκεται μέσα στις εγκαταστάσεις του ξενοδοχειακού συγκροτήματος του Αστήρ Παλλάς Βουλιαγμένης, έχουν εντοπιστεί και μερικώς ανασκαφεί, λείψανα οχυρωματικών κατασκευών, επίσης πρωτοελλαδικών χρόνων. Τα λείψανα αυτά εντοπίζονται σε πολλά σημεία στην περίμετρο του λόφου, ενώ στην κορυφή του και σε αρκετά μεγάλη έκταση είναι ορατές εργασίες λατόμευσης του φυσικού βράχου. Η ολοκλήρωση της έρευνας σε αυτή τη θέση θα αναδείξει τις εξαιρετικής σημασίας αρχαιότητες, ενώ η διαμόρφωση του χώρου, με διαδρόμους περιπάτου και επεξηγηματικό υλικό, θα δώσει στον επισκέπτη μια ολοκληρωμένη εικόνα αυτής της εποχής. 

Ανάμεσα στα αγγεία και τα άλλα κινητά ευρήματα των θέσεων αυτών, ιδιαίτερη αξία έχει το πλήθος των απολεπισμάτων του οψιανού (σκληρό ηφαιστειακό υλικό που υπάρχει μόνο στα νησιά Μήλο και Νίσυρο και το οποίο, μετά τη λατόμευσή του, διοχετευόταν στους νησιωτικούς και ηπειρωτικούς προϊστορικούς οικισμούς και χρησίμευε για την κατασκευή κοπτικών εργαλείων). Το υλικό αυτό αποδεικνύει τις εμπορικές σχέσεις των πρώτων κατοίκων της παράκτιας αυτής περιοχής της Αττικής με τα νησιά του Αιγαίου.

Τα ευρήματα των ανασκαφών πιστοποιούν την αδιάλειπτη συνέχεια της ζωής στο δήμο των Αλαιέων. Στα μυκηναϊκά (14ος – 11ος αι. π.α.χ.χ.) και γεωμετρικά χρόνια (μέσα 11ου – 9ος αι. π.α.χ.χ.) όπως και στους πρώιμους και μέσους αρχαϊκούς χρόνους (αρχές 8ου – μέσα 6ου αι. π.α.χ.χ.), τα λείψανα είναι σποραδικά και λίγα (εάν εξαιρέσει κανείς το μυκηναϊκό νεκροταφείο που βρέθηκε στα όρια των δήμων Γλυφάδας και Βούλας). Στους ύστερους αρχαϊκούς χρόνους (μέσα με τέλος 6ου αι. π.α.χ.χ.) τα στοιχεία πολλαπλασιάζονται και αποδεικνύουν ότι απ’ αυτή την εποχή και ύστερα αρχίζει η οικιστική οργάνωση του αρχαίου δήμου και η ακμή του. Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι τα ευρήματα του 4ου αιώνα π.α.χ.χ. διασώθηκαν σε πληρέστερη μορφή εις βάρος των καταλοίπων των προηγούμενων περιόδων. Μέσα στα όρια του δήμου Βούλας βρέθηκαν μεγάλα οικιστικά σύνολα που εξυπηρετούνταν με οδικά και αποχετευτικά δίκτυα, μεγάλες οδικές αρτηρίες, οι οποίες συνέδεαν τον αρχαίο δήμο με τους γειτονικούς του, - της Αιξωνής (τη σημερινή Γλυφάδα) και του Αναργυρούντος (τη σημερινή Βάρη) -, εργαστηριακές εγκαταστάσεις και οργανωμένα νεκροταφεία. Η ελληνιστική και η ρωμαϊκή περίοδος εκπροσωπούνται από λίγα σποραδικά ευρήματα σε οικιστικά και ταφικά σύνολα, οι σημαντικοί όμως οδικοί άξονες του δήμου χρησιμοποιούνταν μέχρι τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους.

Σε μια θέση εξαιρετικής επιλογής, στο λόφο Καστράκι, που βρίσκεται στη συνοικία Πηγαδάκια της Βούλας και μέχρι σήμερα δεν έχει ερευνηθεί ανασκαφικά, δεσπόζει η ακρόπολη του αρχαίου δήμου. Στα τέλη του 6ου αιώνα π.α.χ.χ. αρχή της ακμής του, ιδρύεται το παναττικής εμβέλειας Ιερό του Απόλλωνος στον Ζωστήρα (το οποίο σήμερα βρίσκεται μέσα στις εγκαταστάσεις της ξενοδοχειακής επιχείρησης του Αστήρ Παλλάς Βουλιαγμένης). Η ίδρυση του ιερού είναι σύγχρονη με την Κλεισθένεια μεταρρύθμιση των αττικών δήμων, που έγινε το 507 π.α.χ.χ., κατά την οποία καθεμιά από τις τρεις ζώνες της Αττικής (άστυ, μεσογαία, παραλία) οργανώθηκε σε 10 ομάδες δήμων και έτσι δημιουργήθηκαν οι 30 «τριττύες». Από αυτές, με κλήρωση ανά τρεις, άσχετα από τη γεωγραφική τους θέση και την κοινωνική τους σύνθεση, δημιουργήθηκαν οι 10 φυλές που αντικατέστησαν τις τέσσερις παλαιές φυλές των Αθηναίων. Έτσι, πετυχαίνοντας «αναμίσγεσθαι το πλήθος», κατά τον Αριστοτέλη, ο Κλεισθένης κατάφερε να διασφαλίσει τη συνοχή του αθηναϊκού λαού, γεγονός που υπήρξε η αφετηρία της κοινωνικής, οικονομικής και πνευματικής άνθησης της αθηναϊκής δημοκρατίας του 5ου αιώνα π.α.χ.χ. Ο δήμος των Αλαιέων μαζί με τη γειτονική του Αιξωνή συγκροτούν την παραλιακή τριττύ της Κεκροπίδος φυλής, που περιελάμβανε συνολικά 11 δήμους. Η ονομασία του δήμου των Αιξωνιδών Αλών οφείλεται αφενός στη γειτνίασή του με την Αιξωνή και αφετέρου σε μια φυσική διαμόρφωση της περιοχής, τις αλυκές, που υπήρχαν κατά μήκος της ακτής.

Η μορφολογία της Χερσονήσου του Λαιμού της Βουλιαγμένης, το σημερινό Μικρό Καβούρι, ένα κομμάτι της Αττικής γης προικισμένο απλόχερα απ’ τη φύση, είχε πάντοτε μεγάλη στρατηγική σημασία, όχι μόνο για το δήμο στον οποίο ανήκε, αλλά και για όλη την Αττική. Ήταν ένα τέλειο φυσικό παρατηρητήριο, χρήσιμο για την άμυνα και για την αποτροπή των εχθρικών αποβάσεων. Το σκοπό αυτό άλλωστε εξυπηρετούσαν και οι δύο κυκλικοί πύργοι – παρατηρητήρια. Χτισμένοι κατά τον 5ο αιώνα π.α.χ.χ. στα κατάλληλα σημεία, έλεγχαν με άνεση τον πλου προς τον Πειραιά. Ο πρώτος πύργος βρίσκεται βορειοδυτικά της Ιερατικής Οικίας, στο υψηλότερο σημείο του λόφου του ορφανοτροφείου και ο δεύτερος βορειοανατολικά της, σε απόσταση 150 μέτρων. Ο 

Ο κυκλικός πύργος του 5ου αι. π.α.χ.χ. στα ΒΑ της Ιερατικής Οικίας

δεύτερος πύργος ερευνήθηκε ανασκαφικά από τον Φ. Σταυρόπουλο το 1958. Έχει διάμετρο 6,90 μ., είναι κτισμένος κατά το πολυγωνικό σύστημα και έχει την είσοδό του στα νότια. Σε επαφή με τη ΝΔ πλευρά του αποκαλύφθηκε συγκρότημα δωματίων, όπου διέμεναν οι άνδρες της φρουράς. Ανάλογο συγκρότημα υπήρχε και στη ΝΑ πλευρά του, αλλά σώζεται μόνο ένα τμήμα του. Στο συγκρότημα του πύργου βρέθηκαν αιχμές βελών και δοράτων, αθηναϊκά νομίσματα του 4ου και 5ου αι. π.α.χ.χ. καθώς και αιγυπτιακό νόμισμα της εποχής των Πτολεμαίων. Νομίσματα και άλλα ευρήματα της ίδιας εποχής και προέλευσης βρέθηκαν επιφανειακά τόσο στον λόφο ΝΑ του Λαιμού (εκεί όπου υπήρχε η προϊστορική οχύρωση με τις οικίες), όσο και κατά μήκος της ανατολικής πλευράς της Χερσονήσου κατά τη διάνοιξη του δρόμου. Τα εν λόγω ευρήματα μαρτυρούν τη χρησιμοποίηση των οχυρωματικών αυτών έργων κατά τον Χρεμωνίδειο πόλεμο (267 – 261 π.α.χ.χ.), όταν η Αθήνα πολιορκήθηκε από τα στρατεύματα των Μακεδόνων του Αντίγονου Γονατά (263 –2 π.α.χ.χ.) και προς βοήθειά της οι Πτολεμαίοι έστειλαν στόλο υπό τον ναύαρχο Πάτροκλο.

Η κατάληξη της Χερσονήσου του Λαιμού στη θάλασσα, με πολλές λεπτές και απότομες προεξοχές, λειτούργησε προστατευτικά για την Αθήνα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Θ,107), οι Πέρσες, υπό το κράτος του φόβου, μετά την ήττα τους στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και μέσα στη νύχτα, νόμισαν ότι αυτές οι προεξοχές ήταν πολεμικά πλοία και, πανικόβλητοι, τράπηκαν σε φυγή. Η επιλογή της θέσης ίδρυσης του Ιερού του Απόλλωνα του Ζωστήρα δεν ήταν τυχαία. Το χαμηλό επίπεδο αυτής της στενής λωρίδας της γης συμβάλει ώστε το ιερό να είναι ορατό και από τον δυτικό, αλλά και από τον ανατολικό κόλπο.

Ο Παυσανίας αναφέρει ότι το τοπωνύμιο «Ζωστήρας» οφείλει το όνομά του στη ζώνη της Λητούς. Η Λητώ, κυνηγημένη από την οργισμένη Ήρα, αφού ο πατέρας των δίδυμων παιδιών που κυοφορούσε ήταν ο Δίας, σταμάτησε σ’ αυτό το μέρος και, νομίζοντας ότι είχε έρθει η ώρα να γεννήσει, έλυσε τη ζώνη της. Έτσι λοιπόν, «ΕΝ ΖΩΣΤΗΡΙ ΔΕ, ΕΠΙ ΘΑΛΑΣΣΗΣ ΚΑΙ ΒΩΜΟΣ ΑΘΗΝΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΛΛΩΝΟΣ ΚΑΙ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ ΚΑΙ ΛΗΤΟΥΣ. ΤΕΚΕΙΝ ΜΕΝ ΟΥΝ ΛΗΤΩ ΤΟΥΣ ΠΑΙΔΑΣ ΕΝΤΑΥΘΑ ΟΥ ΦΑΣΙ, ΛΥΣΑΣΘΑΙ ΔΕ ΤΟΝ ΖΩΣΤΗΡΑ ΩΣ ΤΕΞΟΜΕΝΗΝ, ΚΑΙ ΤΩ ΧΟΡΙΩι ΔΙΑ ΤΟΥΤΟ ΓΕΝΕΣΘΑΙ ΤΟ ΟΝΟΜΑ».

Ο Στέφανος Βυζάντιος, ο οποίος συμφωνεί με τον Παυσανία, μας πληροφορεί επίσης για τα Ζωστήρια, την ετήσια γιορτή που λάμβανε χώρα στο ιερό: «ΦΑΣΙ ΤΗΝ ΛΗΤΩ ΛΥΣΑΙ ΤΗΝ ΖΩΝΗΝ ΚΑΙ ΚΑΘΕΙΣΑΙ ΕΝ ΤΗ ΛΙΜΝΗ ΛΟΥΣΑΣΘΑΙ· ΕΝΤΑΥΘΑ ΘΥΟΥΣΙΝ ΑΛΑΕΙΣ ΛΗΤΟΙ ΚΑΙ ΑΡΤΕΜΙΔΙ ΚΑΙ ΑΠΟΛΛΩΝΙ ΖΩΣΤΗΡΙΩ».

Ο Ναός

Γενική άποψη του Ναού του Απόλλωνα Ζωστήρα



Το έτος 1924, τα παιδιά του ορφανοτροφείου Βουλιαγμένης, σκάβοντας στην παραλία κοντά σε κάποια φαινομενικά ασήμαντα ερείπια τοίχων, έφεραν στο φως τμήματα κιόνων, μαρμάρινα βάθρα και τμήμα επιγραφής, που ονόμαζε το Ιερό του Απόλλωνος του Ζωστήρος. Η διεύθυνση της ανασκαφής ανατέθηκε στον αρχαιολόγο Κ. Κουρουνιώτη με βοηθό του τον Μ. Πιττίδη, οι οποίοι στα 1926 - 1927 έφεραν στο φως, μέσα από στρώματα θαλάσσιας άμμου που το κάλυπταν, το σημαντικό για όλη την Αττική ιερό του αρχαίου δήμου των Αιξωνιδών Αλών. Έτσι επαληθεύτηκαν ο Παυσανίας και ο Στέφανος Βυζάντιος και ταυτίστηκε η θέση με την περιγραφόμενη από τον Στράβωνα μακρά άκρα της Αττικής: "ΜΑΚΡΑ ΑΚΡΑ ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΑΙΞΩΝΕΑΣ, ΖΩΣΤΗΡ"

Πρόκειται για έναν απλό πώρινο ναό με ορθογώνιο σηκό, συνολικών διαστάσεων 10,80x6,00 μ., με είσοδο προς τα ανατολικά και περίσταση από μεμονωμένους κίονες. Η κατασκευή του ναού χρονολογείται στα τέλη του 6ου π.α.χ.χ., ενώ η περίσταση προστέθηκε αργότερα. Ο χαρακτηριστικός τρόπος δόμησης του 6ου και του 5ου π.α.χ.χ, δηλαδή το πολυγωνικό σύστημα, φαίνεται ακόμα στο κάτω τμήμα του βόρειου τοίχου του σηκού, ενώ οι υπόλοιποι τοίχοι, όπως σώζονται σήμερα, προέρχονται από μεταγενέστερες επισκευές του ναού, κατά τις οποίες χρησιμοποιήθηκαν εν αφθονία τα δομικά υλικά της παλαιότερης οικοδομής. Η είσοδος του ναού στα ανατολικά σώζει τις παραστάδες και το κατώφλι, το οποίο φέρει τα ίχνη δίφυλλης, πιθανότατα ξύλινης, πόρτας. Το δάπεδο του ναού, το οποίο ανήκει στην αρχική φάση κατασκευής του κτιρίου, είναι στρωμένο με μεγάλες ορθογώνιες πλάκες τιτανόλιθου, άριστα προσαρμοσμένες μεταξύ τους με μια εξαιρετικά επιμελημένη εργασία. Δυστυχώς όμως αυτό δεν είναι ορατό σήμερα εξαιτίας του μόνιμου προβλήματος εισροής θαλάσσιων υδάτων εντός του ναού, το επίπεδο του οποίου βρίσκεται χαμηλότερα από τη θάλασσα.

Ο εγκάρσιος τοίχος, που σήμερα χωρίζει τον σηκό σε απόσταση 6,5 μ. από την είσοδο του ναού, είναι κατασκευασμένος από μικρές πέτρες και διακόπτεται σε απόσταση 1,25 μ. από το νότιο τοίχο του, αφήνοντας τον αναγκαίο χώρο για την πόρτα. Ένα υπόλειμμα παραστάδας πάνω στον νότιο τοίχο του ναού επιβεβαιώνει την ύπαρξη της πόρτας. Ο εντοιχισμένος στον εγκάρσιο τοίχο κίονας, ο οποίος προέρχεται από την περίσταση του ναού, μας βεβαιώνει ότι ο τοίχος κατασκευάστηκε μετά την καταστροφή της περίστασης. Όσο για το αν υπήρχε και αρχικά ένας εγκάρσιος τοίχος, που θα δημιουργούσε ένα άδυτο, όπως λεγόταν το πίσω προφυλαγμένο δωμάτιο, όπου φυλάσσονταν συνήθως τα χρήματα του ναού, είναι ένα ερώτημα, το οποίο δυστυχώς δεν μπορεί να απαντηθεί με απόλυτη βεβαιότητα. Η θέση των τριών βάθρων, στο


Η κάτοψη του Ναού του Απόλλωνα Ζωστήρα και ο βωμός στα ανατολικά της εισόδου του

μέσο της αίθουσας και λίγο πιο κοντά στην είσοδο, προϋποθέτει την ύπαρξη αυτού του τοίχου. Ενδεχόμενο επιχείρημα, ότι δεν βρέθηκαν ίχνη θεμελίωσης εγκάρσιου τοίχου, καταρρίπτεται από το γεγονός ότι το δάπεδο είναι τόσο στέρεο, ώστε κάλλιστα θα μπορούσε να στηρίξει ένα μικρό τοίχο χωρίς θεμέλιο. Τη σοβαρότερη ένδειξη για την ύπαρξη του τοίχου αποτελεί η υπερύψωση του πίσω τμήματος της αίθουσας του σηκού, η οποία δεν μπορεί να οφείλεται σε καθίζηση του εμπρόσθιου τμήματος, αφού και οι δύο χώροι (ο σηκός και το πίσω δωμάτιο) είναι απόλυτα επίπεδοι. Τον 4ο αιώνα π.α.χ.χ. προστίθενται οι κίονες, τέσσερις στις στενές πλευρές και έξι στις μακριές, οι οποίοι είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους, δεν συνδέονται δηλαδή με στυλοβάτη, αλλά καθένας στηρίζεται σε τετράγωνη πλίνθο με λίγο πλατύτερο θεμέλιο. Η περίσταση συγκρατούσε ξύλινο πιθανότατα υπόστεγο, αναγκαίο για την προστασία των λατρευτών από τις βροχές του χειμώνα και τον καυτό ήλιο του καλοκαιριού. Μέσα στην αίθουσα του ναού σώζονται τρία μαρμάρινα βάθρα, στο κατώτερο τμήμα τους. Ήταν τα βάθρα πάνω στα οποία στηρίζονταν τα αγάλματα των Θεών που λατρεύονταν εκεί, δηλαδή της Λητούς, του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος. Επάνω σε δύο απ' αυτά σώζονται επιγραφές των αρχαϊκών χρόνων: "ΗΑΛΑΙΕΙΣ ΑΝΕΘΕΣΑΝ". Στην πρόσθια όψη της τράπεζας, που βρίσκεται μπροστά από το μεσαίο βάθρο, σώζεται η επιγραφή του Αλαιέα - ιερέα του ναού, Πολύστρατου και των συνεργατών του, η οποία μας πληροφορεί για την επισκευή που αυτοί έκαναν στο ιερό, την κόσμηση των αγαλμάτων και την επιμέλεια των θυσιών κατά τις γιορτές των Ζωστηρίων. Η μορφή των γραμμάτων χρονολογεί την επιγραφή, άρα και την επισκευή του του ναού, στον 4ο αιώνα π.α.χ.χ. Στο μαρμάρινο θρόνο, που βρίσκεται προς το νότιο τοίχο, λίγο πιο

μπροστά από τα βάθρα, καθόταν πιθανότατα ο ιερέας του ναού. Μια λίθινη ψηλή λεκάνη, που βρίσκεται έξω από την αριστερή πλευρά της εισόδου, χρησίμευε ως περιρραντήριο, όπως αποκαλούσαν στα ιερά τα μεγάλα αγγεία γεμάτα νερό. Με αυτό το νερό εξαγνίζονταν οι λατρευτές πριν να εισέλθουν στο ναό. Σε απόσταση 6,75 μ, εμπρός από το σηκό σώζεται η βάση (κρηπίδα) μεγάλου ορθογώνιου βωμού διαστάσεων 4,25x2,55. Ίσως αυτός να ήταν ο βωμός της Αθηνάς που μνημονεύει ο Παυσανίας. Βόρεια της εισόδου του ναού και σε απόσταση 2,75 μ. από την προέκταση του βόρειου τοίχου του σηκού, σώζεται ένα τετράγωνο βάθρο που αποτελείται από δύο βαθμίδες.

Αναπαράσταση του βωμού που βρίσκεται στα ανατολικά της εισόδου του Ναού

Επάνω στη δεύτερη βαθμίδα ήταν στημένη η πλίνθος που έφερε το άγαλμα, πιθανότατα ένα αφιέρωμα στο ιερό. Η χρονική στιγμή της προσθήκης των τοίχων, οι οποίοι προεκτείνουν τις μακριές πλευρές του σηκού ανατολικά και βόρεια, είναι άγνωστη. Το πιθανότερο είναι να έγιναν οι μετατροπές αυτές κατά τους χριστιανικούς χρόνους.

Ευρήματα από το Ναό του Απόλλωνα Ζωστήρα

Οι επιγραφές που βρέθηκαν μέσα στο ναό ήταν τα σημαντικότερα ευρήματα, διότι ταύτισαν τον τόπο και το ιερό με τις πηγές. Μια αντρική μαρμάρινη κεφαλή των μέσων του 5ου αιώνα και μια πλάκα ελλειψοειδούς σχήματος, πάνω στην οποία σώζονται τα πόδια χήνας, ήταν από τα σημαντικότερα κινητά ευρήματα του χώρου. Μαρμάρινα ομοιώματα χήνας έχουν βρεθεί και στο Λητώον της Δήλου, ένα ναό αρχαϊκής εποχής.
Πιθανολογείται ότι τα ομοιώματα αυτά αποτελούσαν τμήματα του θρόνου της θεάς, η ασιατική καταγωγή της οποίας συνδέεται με έλη και λίμνες. Επίσης ένας αναθηματικός μαρμάρινος κιονίσκος, που σήμερα

βρίσκεται κοντά στην είσοδο, φέρει χαραγμένη επάνω του την ποιητικότερη επιγραφή του χώρου. Πρόκειται για ένα τμήμα ελεγειακού διστίχου, με το οποίο ο δωρητής αφιερώνει πιθανόν κάποιο άγαλμα στον "χρυσόμαλλο Απόλλωνα". Η επιγραφή χρονολογείται στο τέλος του 6ου αιώνα π.α.χ.χ.

Ευρήματα που σχετίζονται με το ιερό

Η παναττική εμβέλεια του ναού βεβαιώνει από μια επιγραφή που βρέθηκε στην Αθήνα και αναφέρει ότι μεταξύ των ιερών που λάμβαναν τόκους για χρήματα, τα οποία είχαν δανείσει στην πόλη των Αθηνών κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου (μεταξύ 433 - 422 π.α.χ.χ.), ήταν και το ιερό της Αθηνάς Ζωστηρίας, του Απόλλωνα Ζωστήρα και της Αρτέμιδος Ζωστηρίας. Με την ετήσια δε γιορτή του ιερού, τα Ζωστήρια, σχετίζεται και η σημαντική μαρτυρία που αναφέρεται στη σωζόμενη βιογραφία του Ευρυπίδη, σύμφωνα με την οποία ο τραγικός ποιητής είχε τιμηθεί με το αξίωμα "του πυρφόρου του Ζωστηρίου "του πυρφόρου του Ζωστηρίου Απόλλωνα". Τέλος, ένας από τους θρόνους του διονυσιακού θεάτρου της Αθήνας, ο οποίος χρονολογείται στα αυτοκρατορικά χρόνια με την επιγραφή που φέρει, μας πληροφορεί ότι, ακόμη και τότε, πάνω σε αυτόν καθόταν ο ιερέας του Απόλλωνα του Ζωστήρα.

Ιερατική Οικία

Η Ιερατική Οικία κατά τους αρχαϊκούς χρόνους (κάτοψη)

Το χωρίο του Παυσανία περί "βωμού Αθηνάς και Απόλλωνος και Αρτέμιδος και Λητούς" δημιούργησε την πεποίθηση ότι μετά την ανακάλυψη του ναού, όπου λατρεύονταν η Λητώ, η Άρτεμις και ο Απόλλωνας, όπως δείχνουν τα τρία βάθρα, θα υπήρχε και ένας ξεχωριστός ναός αφιερωμένος στην Αθηνά Ζωστηρία. Έτσι, όταν μια δεκαετία περίπου μετά την ανασκαφή του ναού και σε απόσταση 150 μ. βορειοανατολικά του, ήρθε στο φως ένα κτίριο σύγχρονο με το ναό, θεωρήθηκε ότι επρόκειτο για το ναό της Αθηνάς. Όμως η ανασκαφή που διενεργήθηκε το 1936 από τον Φ. Σταυρόπουλο, αποκάλυψε ένα συγκρότημα ιερατικής οικίας, όπου διέμεναν οι ιερείς του ναού και φιλοξενούνταν οι λατρευτές.

Η ιερατική οικία ιδρύθηκε κι αυτή στα τέλη του 6ου με αρχές του 5ου αιώνα π.α.χ.χ και χρησιμοποιήθηκε συνεχώς έως τα ρωμαϊκά χρόνια. Περιβάλλεται από ισχυρό πολυγωνικό τοίχο, στη νοτιοανατολική γωνία του οποίου υπάρχει πύργος - παρατηρητήριο, αναγκαίος για την ασφάλεια του χώρου. Στην αρχική φάση κατασκευής του, ο οίκος των ιερέων είχε τρία δωμάτια με υπόστεγο στην προς νότο πρόσοψή του, το οποίο στήριζαν πέντε κολόνες και οι βάσεις τους σώζονται μέχρι σήμερα. Το πηγάδι βρισκόταν στην αυλή του αρχικού κτίσματος (Φ).
Οι αυξανόμενες με τα χρόνι ανάγκες του ιερού επέβαλλαν και στον οίκο προσθήκες αρκετών δωματίων. Έτσι τον 5ο αιώνα, λίγα χρόνια μετά την αρχική κατασκευή, προστίθεται στη δυτική πλευρά του περιβόλου τα δωμάτια Η και Ν. Τον 4ο αιώνα π.α.χ.χ. ουσιαστικά καταργείται το υπόστεγο, αφού τη θέση του καταλαμβάνουν τα δωμάτια Ι, Κ, Β και Α. Βόρεια δε στο θυρωρείο προστίθεται το δωμάτιο Ξ, το οποίο χρησίμευε για μαγειρείο, καθώς στο δάπεδό του βρέθηκε παχύ στρώμα τέφρας που περιείχε οστά ζώων, θαλάσσια όστρεα και πλήθος θραυσμάτων πήλινων μαγειρικών σκευών με ίχνη πυρράς. Το πηγάδι γίνεται πια εσωτερικό με την προσθήκη του δωματίου Ο. Τα λείψανα των τοίχων Λ και Μ στο κέντρο της αυλής είχαν

πιθανότατα αναλημματικό χαρακτήρα (για τη συγκράτηση των χωμάτων που είχαν χρησιμοποιηθεί για την ισοπέδωση του χώρου). Τον ίδιο ρόλο είχαν και οι μικροί τοίχοι ΣΣ στη νότια πλευρά του πύργου της εισόδου, χτισμένοι ή επισκευασμένοι κι αυτοί κατά τον 4ο αιώνα π.α.χ.χ., οπότε ανοίγεται και το δεύτερο εξωτερικό πηγάδι (Τ).
Τέλος, προς το νότο δύο μικροί παράλληλοι καμπύλοι τοίχοι αποτελούν τα λείψανα του δρόμου που οδηγούσε στο θυρωρείο του κτιρίου.

  Η ιερατική Οικία με τις προσθήκες του 4ου αι. πα.χ.χ.χ

Ευρήματα της Ιερατικής Οικίας

Σημαντικά κινητά ευρήματα βρέθηκαν στα δύο πηγάδια του συγκροτήματος: ένα τμήμα λίθινης επιγραφής του τέλους του 5ου αιώνα π.α.χ.χ., όπου καταγράφονται ιερά χρήματα, ένας μελαβαφής πήλινος ασκός, ο οποίος φέρει την εγχάρακτη επιγραφή HIEROΣ, ένα τελετουργικό αγγείο κέρνος (που αποτελείται από πολλά μικρά "κύπελλα" μέσα στα οποία οι λατρευτές έβαζαν τους πρώτους καρπούς της γης και τους πρόσφεραν στους θεούς) και πολλά μελαμβαφή αγγεία πόσεως (κύπελλα, κυάθια, κάνθαροι). Μέσα στο κτίριο βρέθηκε πλήθος νομισμάτων του 4ου αιώνα π.α.χ.χ., πολλά αλιευτικά εξαρτήματα - αγκίστρια και βάρη δικτύων -, πήλινα υφαντικά βάρη, πήλινος ποδονιπτήρας, καθώς και τμήμα εγχάρακτης κεραμίδας με παράσταση πλοίου. Τέλος, δύο ταφές των ύστερων ρωμαϊκών χρόνων μέσα στα δωμάτια Δ και Κ, σηματοδοτούν το τέλος της χρήσης του κτιρίου απ' αυτή την εποχή και ύστερα.

Περί της ονομασίας του Ιερού

Η διττή σημασία της λέξης "ζωστήρ" δημιούργησε αντίστοιχα και δύο απόψεις που σχετίζονται με το ίδιο το νόημα ίδρυσης του σημαντικού αυτού ιερού της Αττικής. Θα προσπαθήσουμε εδώ να δώσουμε συνοπτικά τις παραμέτρους αυτής της διχογνωμίας. 
Οι παλαιότεροι μελετητές και λεξικογράφοι πίστευαν ότι το ουσιαστικό ζωστήρ σημαίνει την πολεμική εξάρτυση, ενώ το ουσιαστικό ζώνη, το εξάρτημα της γυναικείας φορεσιάς. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι η ζώνη ήταν ένα ιδιαίτερα σημαντικό γυναικείο "αξεσουάρ" σε περιπτώσεις εγκυμοσύνης, διότι τότε δεν είχε μόνο καλλωπιστικό χαρακτήρα, αλλά χρησίμευε και ως μέσο στήριξης του βάρους της κοιλιάς.
Το παράδειγμα του Παυσανία, ο οποίος, μιλώντας για τη ζώνη της Λητούς χρησιμοποίησε τη λέξη ζωστήρ, θεωρείτο το μοναδικό και γι' αυτό το λόγο αμφισβητήθηκε αρκετά. Σε αυτό το γεγονός στηρίχθηκε ο ανασκαφέας του ιερού Κ. Κουρουνιώτης, ο οποίος, παραθέτοντας κι άλλα φιλολογικά παραδείγματα, όπου ο ζωστήρ έχει την έννοια της πολεμικής ενδυμασίας, υποστήριξε ότι "η ονομασία δεν έχει τοπικήν την προέλευσιν, αλλά είναι χαρακτηριστική ιδιότης του θεού. [..] Ούτω Απόλλων Ζωστήρ είναι ο ζωννύων, ο ζωννύων εαυτόν, ή άλλους, ο εξαρτυόμενος προς πόλεμον, ο πολεμικός". Έτσι λοιπόν το ιερό αυτό, κατά τον ανασκαφέα του πάντα, αφιερώθηκε στους πολεμικούς θεούς που "ζώννυνται το ξίφος" για να προστατεύσουν ολόκληρη την Αττική, από τον υψηλής στρατηγικής σημασίας αυτόν τόπο.


Η άποψη αυτή βρήκε αντίθετους άλλους μελετητές, οι οποίοι εάν δέχονται και αυτό όχι αβίαστα όπως θα δούμε, την πολεμική ιδιότητα της θεάς Αθηνάς, δυσκολεύονται να τη δεχτούν ως ιδιότητα της Δηλιακής τριάδας (της Λητούς, του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος). Νεότερες μελέτες στην αρχαία ελληνική γραμματεία απέδειξαν ότι και τα δύο αυτά ουσιαστικά, η ζώνη και ο ζωστήρας, χρησιμοποιούνται και τα δύο εξίσου για να προσδιορίσουν την "στολή" του πολέμου, αλλά και το γυναικείο εξάρτημα. Το δε ρήμα "ζώννυμαι" προέρχεται τόσο από τη ζώνη, όσο και από τον ζωστήρα. Ξεκινώντας λοιπόν απ' αυτήν την ετυμολογική αφετηρία, η οποία ενισχύεται σημαντικά και από μια επιγραφή της αρχαϊκής εποχής που βρέθηκε στο ιερό της Αθηνάς Προναίας των Δελφών (στην "Αθηνά Ζωστηρία"), οι υποστηρικτές της δεύτερης άποψης ισχυρίζονται ότι η Αθηνά Ζωστηρία δεν είναι η πολεμική θεά, αλλά η απόγονος της αρχαιότερής της θεάς των τοκετών, Ειλείθυιας. Ο συνδυασμός του μύθου τής προστάτιδας των Αθηνών, θεάς Αθηνάς, με τις Δηλιακές θεότητες είχε γίνει με πρωτοβουλία της Αθήνας ήδη από τον 6ο αιώνα π.α.χ.χ. (την εποχή των Πεισιστρατιδών), προκειμένου η πόλη να νομιμοποιήσει τις πολιτικές της αξιώσεις στη Δήλο. Έτσι δημιουργήθηκε ο αιτιολογικός μύθος: η θεά Αθηνά συναντάει την κυνηγημένη και ετοιμόγεννη Λητώ στον Ζωστήρα. Τη φυγαδεύει, συνοδεύοντάς την στη Δήλο και εκεί τη βοηθάει να γεννήσει, με την ιδιότητά της ως λυσίζωνου ή ως Ζωστηρίας.
Οι αρχαιολογικές και φιλολογικές μαρτυρίες αυτής της μείξης των μύθων είναι αρκετές. Στη Δήλο βρέθηκαν πολλά κεφάλια αρχαϊκής περιόδου (6ου αι. π.α.χ.χ.) της Αθηνάς και, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Υπερίδη, υπήρχε εκεί κι' ένα ιερό αφιερωμένο στην Αθηνά Προναία, το οποίο δεν έχει αποκαλυφθεί ακόμη. Αργότερα, γύρω στα 413 - 408 π.α.χ.χ. ο Ευριπίδης σε μια απ' τις τελευταίες τραγωδίες του, την "Ιφιγένεια εν Ταύροις", εισάγει στο επεισόδιό της Δηλιακής γέννησης το δέντρο - σύμβολο της Αθηνάς, την ελιά. Ένας σημαντικότατος κρίκος που θα ένωνε αυτήν την αλυσίδα μέσα στο χρόνο, στην αυγή του 5ου αιώνα π.α.χ.χ., θα ήταν αναμφισβήτητα η ίδρυση του σημαντικού αυτού ιερού, όπου λατρεύονταν και οι τρεις θεότητες της Δήλου εξίσου (ασχέτως αν αργότερα επικράτησε ο Απόλλωνας) και μαζί τους η Αθηνά. Στο ιερό αυτό, που δεν απείχε και πολύ από τη λίμνη της Βουλιαγμένης, οι Αλαιείς με την ετήσια γιορτή τους, τα Ζωστήρια, έκαναν θυσίες και με αυτό τον τρόπο η Αττική ανανέωνε τα "ιστορικά της δικαιώματα" επάνω στο ιερό νησί.

Επίλογος

Η γεωγραφική θέση του σημαντικού αυτού ιερού της Αττικής απέναντι από τις Κυκλάδες διευκόλυνε την πρόσβαση των λατρευτών στη Δήλο και το δούναι και λαβείν μεταξύ των δύο ιερών. Εξάλλου η ύπαρξη ενός Ιερατικού Οίκου, που δεν είναι και τόσο συνηθισμένη στα ιερά, αλλά και η υποδομή του με τα (όλο και αυξανόμενα με τα χρόνια) δωμάτια, τα πηγάδια και την οχύρωσή του, αποδεικνύει ότι δεχόταν λατρευτές που έφθαναν στο ιερό από μακριά και γι' αυτόν το λόγο υπήρχε ανάγκη διανυκτέρευσης εκεί. Όπως μαρτυρούν και τα ευρήματα, η οικονομική ευρωστία του ιερού ήταν τέτοια ώστε να υπάρχει ανάγκη περιφρούρησής του, τόσο με την οχύρωση του Οίκου όσο και με τους δύο οχυρωματικούς πύργους.
Ένα σημαντικό κομμάτι από την εικόνα αυτού του χώρου θα συμπληρωθεί με την ανασκαφική έρευνα της παραλίας τους Καβουρίου και της μικρής νησίδας με το κάστρο που βρίσκεται απέναντί της, όπου είναι ορατά διάσπαρτα κτηριακά λείψανα (ίσως λιμενικές εγκαταστάσεις και δημόσια κτίρια) και μια σημαντική οδική αρτηρία. Η γη της Βουλιαγμένης κρύβει ακόμη πολλά και σημαντικά στοιχεία μέσα της. Ας είμαστε αισιόδοξοι ότι στο μέλλον οι συγκυρίες θα είναι πιο ευνοϊκές για την αρχαιολογική έρευνα....

Επιλογή βιβλιογραφίας

Κ. Κουρουνιώτη, "Το ιερόν του Απόλλωνος του Ζωστήρος", ΑρχΔελτ 11 (1927 -28) 9-52.
Φ. Σταυρόπουλος, "Ιερατική οικία εν Ζωστήρι της Αττικής", ΑρχΕφ (1938) 1-30.
Ch. Picard, "Athena Zosteria", REA (1932) 245 - 253.
Ι. Ανδρέου, "Ο Δήμος των Αιξωνιδών Αλών", The Archaelogy of Athens and Attica under the Democracy (Oxbow Monograph 37 1994).
D. Whitehead, The Demes of Attica 508/7BC, Princeton 1986.
C.W.J. Eliot, Coastal Demes of Attika, Phoenix Suppi 5, Toronto 1962.
Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, λήμμα Βουλιαγμένη.
Ειρήνη Χριστοδουλοπούλου - Βαρούχα, "Συμβολή εις τον Χρεμωνίδειον πόλεμον (266/5 - 263/2 π.χ.)", ΑρχΕφ (1953 - 1954) 321 - 349.

ΠΗΓΗ : ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ  http://hellenicpantheon.gr/Vouliagmeni.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΠΟΙΟΥΣ ΛΥΠΑΜΑΙ....

ΠΟΙΟΥΣ ΛΥΠΑΜΑΙ....


e-Διαφήμιση